Με αφορμή την έναρξη της σχολικής χρόνιας, παραθέτω κάποια αποσπάσματα από τη διάλεξή μου με τίτλο «Μετάβαση από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο». Εύχομαι να σας φανούν χρήσιμα και ενδιαφέροντα. Αρχικά, πριν μιλήσουμε για τη νέα αρχή, είναι ουσιαστικό να συνυπολογίσουμε και το γεγονός ότι αυτή σημαίνει και το τέλος μιας περιόδου για το παιδί. Τελειώνει κάτι και ξεκίνα κάτι καινούργιο, άγνωστο, διαφορετικό. Αυτή η αλλαγή μπορεί να δημιουργήσει μεγάλη συναισθηματική αναστάτωση. Είναι θετικό να αφουγκραστούμε αυτά τα συναισθήματα, χωρίς να προσπαθήσουμε να προσφέρουμε άμεση ανακούφιση, δηλαδή να τα ακούσουμε και να μην προσπαθήσουμε να τα αλλάξουμε. Έτσι, μπορούμε βοηθήσουμε το παιδί μας ,να κατανοήσει το ίδιο τα συναισθήματα του και να τα δεχτεί, όχι σαν κάτι κακό που χρειάζεται άμεση αλλαγή αλλά σαν κάτι φυσιολογικό. Ο γονιός μπορεί να βοηθήσει το παιδί του να εκφράσει τα συναισθήματά του, κάνοντας του ερωτήσεις διερευνητικές και όχι καθοδηγούμενες, δηλαδή ερωτήσεις που θα επιδιώκουν να κατανοήσει την κατάσταση και όχι να την αλλάξει. Όταν το παιδί αναζήτα μια λύση σε αυτό που βιώνει, είναι θετικό να το παροτρύνουμε να προσπαθήσει να εντοπίσει μόνο του τι θα το βοηθούσε να νιώσει καλύτερα και όχι να του προτείνουμε εμείς μια έτοιμη λύση. Έτσι, θα το βοηθήσουμε να ενισχύσει την ικανότητά του στην επίλυση προβλημάτων. Σε περίπτωση που δυσκολεύεται να εντοπίσει λύσεις μόνο του, μπορούμε να το βοηθήσουμε προτείνοντάς του κάποιες λύσεις ή επιλογές και δίνοντάς του το χώρο να επιλέξει το ίδιο τι του ταιριάζει. Εάν δυσκολεύεται στην επιλογή, θα μπορούσαμε να του προτείνουμε να καταγράψει τα θετικά και τα αρνητικά της κάθε λύσης ή επιλογής. Αυτή την περίοδο, το παιδί μπορεί να έχει πολλές ανησυχίες σε σχέση με το νέο ξεκίνημα. Θα μπορούσαμε να το βοηθήσουμε προτείνοντάς του να τις καταγράψει, και στην συνέχεια να επεξεργαστεί πόσο σημαντικό/κακο θα ήταν αν όντως συνέβαιναν αυτές οι ανησυχίες του αλλά και το πόσο πιθανόν είναι να συμβούν. Με αυτό τον τρόπο βοηθούμε το παιδί να διερευνήσει, να επεξεργαστεί την αρνητική του σκέψη, να τη βάλει σε μια σειρά και να την κατανοήσει. Ακόμα, μπορεί εντοπίσει ότι η αρνητική του σκέψη είναι υπερβολική ή/και οι πιθανότητες να συμβεί να μην είναι τόσο μεγάλες όσο τις ένιωθε (Friedberg et al., 2009). Και ερχόμαστε τώρα στη νέα αρχή και στη μετάβαση από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο. Αρχικά, μετάβαση ορίζεται ως η μετακίνηση από τον ένα τόπο σε άλλο ή η εξελικτική διαδικασία που οδηγεί από τη μια κατάσταση σε άλλη (Γ. Μπαμπινωτης, 2002). Όταν μιλούμε για τη μετάβαση από το δημοτικό στο γυμνάσιο, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι μιλούμε για δυο είδη παράλληλων μεταβάσεων. Η μετάβαση από ένα πλαίσιο σε άλλο, δηλαδή η αλλαγή της εκπαιδευτικής βαθμίδας, συνεπάγεται με την αλλαγή των μαθημάτων, του τρόπου αξιολόγησης, του τρόπου διδασκαλίας, ακόμα και με την αλλαγή κοινωνικού πλαισίου και συνθηκών (να μην ξεχνάμε ότι από το μεγάλο παιδί του σχολειού μετατρέπεται στο μικρό παιδί του σχολείου). Παράλληλα με όλες αυτές τις αλλαγές, το παιδί πρέπει να αντιμετωπίσει και την αναπτυξιακή μετάβαση στην εφηβεία. Η μετάβαση από το δημοτικό στο γυμνάσιο δεν είναι πάντα ομαλή. Αυτή η περίοδος έχει συσχετιστεί με σοβαρά προβλήματα συμπεριφοράς και πτώση στην ακαδημαϊκή επίδοση (Mackenzie, Mc Maugh & Kerry-Ann O’Sullivan, 2012). Εμπεριέχει άγχος και αγωνία για όλους τους μαθητές ακόμη και για αυτούς που έχουν περάσει το πρώτο στάδιο προσαρμογής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (Rice, Frederickson & Seymour, 2010). Πρώτα απ’όλα, εμείς σαν γονείς πρέπει να κατανοήσουμε αυτή την αλλαγή. Η κατανόησή της διαμορφώνει και τη μετέπειτα στάση μας απέναντι στην κατάσταση. Σημεία που θα μπορούσαμε να προσέξουμε είναι τα εξής: Προσδοκίες (ως προς την προσαρμογή και ως προς την απόδοση): Δημιουργούν άγχος τόσο σε εμάς όσο και στο ίδιο το παιδί. Δώστε χρόνο και χώρο. Ακόμα, να μην ξεχνάμε ότι και το ίδιο το παιδί μπορεί να έχει τις δίκες του προσδοκίες. Πρότυπο: Το δικό μας πρότυπο σε ότι αφορά τον τρόπο με τον οποίο διαχειριζόμαστε την αλλαγή, το τέλος κάποιων πραγμάτων και το ξεκίνημα κάποιων άλλων, τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε το άγνωστο και τα συναισθήματα μας, τον τρόπο με τον οποίο κοινωνικοποιούμαστε, οι απαιτήσεις που μπορεί να έχουμε από τον εαυτό μας είναι από τα πιο βασικά ερεθίσματα που δέχεται το παιδί μας. Λάθος: Ας δούμε το λάθος σαν απαραίτητο στοιχειό της ζωής μας και της εξέλιξής μας και όχι σαν απόδειξη της αποτυχίας μας και της μη ύπαρξης της τελειότητάς μας. Ας δημιουργήσουμε ένα φιλικό περιβάλλον γύρω από το λάθος και τις συνέπειές του. Έτσι, μπορούμε πολύ πιο εύκολα να το αποδεχτούμε και να προχωρήσουμε και όχι να χαθούμε μέσα σε αυτό. Επικοινωνία: Η επικοινωνία μας πρέπει να βασίζεται στην έκφραση απόψεων, συναισθημάτων και προβληματισμού, χωρίς να επικρίνουμε και σεβόμενοι το διαφορετικό, το δύσκολο αλλά και τα δικά μας πιστεύω. Θα ήταν θετικό να επιδιώκουμε το διάλογο και όχι την επιβολή των απόψεών μας. Εμπιστοσύνη/Αυτονομία: Δείχνοντας εμπιστοσύνη σταδιακά, από τα μικρά πράγματα σε πιο μεγάλα, ενισχύουμε την αυτοπεποίθηση και την αυτονομία του παιδιού. Αν δεν εμπιστευτούμε εμείς τα παιδιά μας πως θα μπορέσουν να πιστέψουν και να εμπιστευτούν τα ίδια τον εαυτό τους; Συνεργασία/Επικοινωνία Σχολείου–Οικογένειας: Τα δύο πιο σημαντικά πλαίσια στη ζωή του παιδιού είναι το σπίτι του και το σχολείο του. Είναι οι δύο χώροι που περνά το μεγαλύτερο κομμάτι της ημέρας του. Αρά σημαντικό είναι να υπάρχει μια καλή επικοινωνία και συνεργασία μεταξύ γονέων και σχολείου. Με αυτό τον τρόπο, δημιουργούμε ένα σταθερό πλαίσιο για το παιδί. Όλα όσα έχουν αναφερθεί πιο πάνω αποτελούν μια γενική περιγραφή και οπτική και, κυρίως, έχουν ως στόχο να προβληματίσουν και όχι να καθοδηγήσουν. Το κάθε παιδί, όπως και η κάθε οικογένεια είναι διαφορετική με τις δικές της ιδιαιτερότητες, τους δικούς της κανόνες και προβληματισμούς. Είναι θετικό να συζητούμε και να προβληματιζόμαστε, αλλά όχι να συγκρίνουμε. Καλή σχολική αρχή. Φάνη Κλεάνθους Κοινωνική Λειτουργός /Γνωσιακή Συµπεριφορική Ψυχοθεραπεύτρια Βιβλιογραφία Friedberg, R.D., McClure, J.M., & Hillwig Garcia, J.H. (2009). Cognitive therapy techniques for children and adolescents: Tools for enhancing practice. The Guilford Press Mackenzie, Mc Maugh & Kerry-Ann O’Sullivan. (2012). “Perceptions of primary to secondary school transitions: Challenge or threat?” Issues in Educational Research, 22(3), 298-314. Rice, F., Frederickson, N. & Seymour, J. (2010). “Assessing pupil concerns about transition to secondary school”. British Journal of Educational Research, 81(2), 244-263. http://dx.doi. org/10.1348/000709910X519333 Γ.Μπαμπινιώτης. (2002),Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Κεντρο Λεξικολογίας